Οι διαφορές μεταξύ συνεργαζόμενων εταιρειών συχνά αποπειράται να διευθετούνται έξω από τις αίθουσες των ακροατηρίων και μέσα σε αίθουσες συνεδριάσεων από συμβούλους και στελέχη επιχειρήσεων.
Ο λόγος, τις περισσότερες φορές, είναι η αγωνία των μερών για μη διαρροή ευαίσθητων πληροφοριών που ενδέχεται να χαρακτηρίζονται ως επιχειρηματικά μυστικά, ή ακόμα και πληροφοριών που η δημοσιοποίησή τους δύναται να ελλοχεύει κινδύνους για την φήμη τους και την εν γένει δημόσια εικόνα τους, στην οποία συνήθως οι εταιρείες επενδύουν και χρόνο και χρήμα.
Η διαμεσολάβηση είναι μία διαδικασία που διεξάγεται με απόλυτη εμπιστευτικότητα σε χώρο ιδιωτικό, μακριά από την δημοσιότητα ενός δικαστηρίου. Με την καθοδήγηση του διαμεσολαβητή τα μέρη ενθαρρύνονται να μιλήσουν και να διαπραγματευτούν ελεύθερα, προστατευόμενα από το θεσμοθετημένο πλαίσιο εχεμύθειας εντός του οποίου λειτουργεί η διαδικασία. ΄Ετσι, η διαμεσολάβηση μπορεί να αποτελέσει ένα δυναμικό εργαλείο στη φαρέτρα των επιχειρήσεων οι οποίες επιθυμούν να επιλύσουν τις διαφορές τους μακριά από τα δικαστήρια και δίχως το φόβο της όποιας δημοσιότητας.
Με τον τρόπο αυτό, θέματα ευαίσθητα για μία εταιρεία όπως οικονομικές πολιτικές, τρόποι πωλήσεων, μελλοντικά πλάνα κ.α. μπορούν να συζητηθούν ανοικτά και ελεύθερα. Τα μέρη, μέσα από την ασφάλεια που προσφέρει η διαδικασία της διαμεσολάβησης, δύνανται να εξερευνήσουν λύσεις ή εναλλακτικές και ακόμα περισσότερο να “ανοίξουν την πίττα», δηλαδή όχι μόνο να περισώσουν την επιχειρηματική τους σχέση, η οποία σε κάθε περίπτωση θα βαλλόταν ανεπανόρθωτα μέσα σε μία δικαστηριακή αίθουσα, αλλά, σε πολλές περιπτώσεις, να σχεδιάσουν μαζί για το μέλλον.
Το πιο ενδιαφέρον δε μέρος όλων αυτών είναι ότι, σε αντίθεση με μία απλή διαπραγμάτευση, η οποία λαμβάνει χώρα μεταξύ των διαπραγματευόμενων στελεχών σε μία εταιρική αίθουσα συνεδριάσεων, τα οποία συνομιλούν δίχως το προστατευτικό δίκτυ της διαμεσολάβησης και την πολύτιμη σε κάθε περίπτωση βοήθεια του διαμεσολαβητή, κάθε δε τυχον συμφωνία μεταξύ των μερών εξασφαλίζεται στη καλύτερη περίπτωση με ένα MOU (memorandum of understanting) ή άλλως ένα απλό ιδιωτικό συμφωνητικό επίλυσης της διαφοράς, εδώ, στην διαμεσολάβηση όλο αυτό μπορεί να περιληφθεί τον τύπο της εκτελεστότητας, δηλαδή να έχει την ισχύ μίας δικαστικής αποφασης, και συνεπώς ό,τι συμφωνηθεί μεταξύ των μερών να δεσμεύει στη πράξη και να εφαρμόζεται άμεσα.
Πολλαπλά λοιπόν τα οφέλη για εταιρείες που βρίσκονται στην ευάλωτη θέση μίας αντιδικίας, η οποία εξελισσόμενη μέσα σε μία δικαστηριακή αίθουσα μπορεί να αποβεί εως και μοιραία, αν όχι απλά επικίνδυνη για τη φήμη τους, λόγω της αναγκαστικής, όπως προαναφέρθηκε, δημοσιοποίησης στοιχείων και πληροφοριών για την υποστήριξη της θέσης της:
- Επίλυση με τη βοήθεια ενός έμπειρου, ειδικά εκπαιδευμένου επαγγελματία, δηλαδή του διαμεσολαβητή, ο οποίος θα χειριστεί την υπόθεση με αμεροληψία και ουδετερότητα, δίχως όλο αυτό το φορτίο να τοποθετείται στις πλάτες των στελεχών.
- Τήρηση του απορρήτου των ανταλλασόμενων πληροφοριών, χωρίς τον φόβο της έκθεσης και αποφυγή περιττής δημοσιότητας.
- Εξασφάλιση της άμεσης εφαρμογής των συμφωνηθέντων μέσα από την περιαφή του εκτελεστήριου τύπου της συμφωνίας που θα επιτευχθεί.
- Σώσιμο πολύτιμου χρόνου και χρήματος και τέλος
- Προστασία της επιχειρηματικής σχέσης των μερών τα οποία έχουν τη δυνατότητα, μέσα στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης, να διαφυλάξουν την συνεργασία τους και σε πολλές περιπτώσεις, ακόμα και να την διευρύνουν, αντί να τερματίσουν αυτήν δια παντός μέσα στις αίθουσες τωνΔικαστηρίων.