Συγγραφέας:

Categories: Άρθρα

Η διαμεσολάβηση αρχίζει σιγά-σιγά να γίνεται ένα μέρος της ζωής μας. Επειδή οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συνηθίσει να επιλύουμε τις διαφορές μας ενώπιον των δικαστηρίων, θα ήταν χρήσιμο να διευκρινίσουμε τι ακριβώς κάνει ο διαμεσολαβητής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, γιατί πολύ συχνά δημιουργείται η εντύπωση ότι ο διαμεσολαβητής είναι ένας “ιδιώτης δικαστής” ενώ η πραγματικότητα, και η εργασία του διαμεσολαβητή, είναι τελείως διαφορετική.

Με ποιο τρόπο λοιπόν μας βοηθάει ο διαμεσολαβητής στην επίλυση της διαφοράς μας;


Το έργο του διαμεσολαβητή δεν περιέχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει εκείνος για τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς, αφού τα ίδια τα μέρη επιλύουν την διαφορά τους με τον τρόπο που επιλέγουν και καθορίζουν στην μεταξύ τους γραπτή συμφωνία την οποία και υπογράφουν.

Ο διαμεσολαβητής δρα σαν καταλύτης, σαν ένας παράγοντας δηλαδή που διευκολύνει τα μέρη, εφόσον τα ίδια το επιθυμούν, να βρουν μια κοινά αποδεκτή λύση στη διαφωνία τους.

Ο διαμεσολαβητής ακούει τα μέρη με προσοχή και τους ζητά να εκθέσουν όλες τις πτυχές της υπόθεσης που τα αφορά. Με αυτό τον τρόπο βοηθάει τα μέρη να διερευνήσουν όλα τα θέματα της διαφοράς τους, τόσο τα νομικά όσο και τα πραγματικά (δηλαδή τα συναισθήματα που νιώθουν, το πόσο θέλουν να διατηρήσουν τη σχέση τους -οικονομική ή μη- με την άλλη πλευρά) και να κοιτάξουν τη διαφορά τους με πιο ρεαλιστικό τρόπο, εξετάζοντας το παρελθόν, στρέφοντας όμως τα μάτια τους προς το μέλλον.

Ο διαμεσολαβητής ακούει με προσοχή το ιστορικό  της υπόθεσης και από τα δύο μέρη και προσπαθεί να κατανοήσει τόσο τη διαφορά, όσο και την στάση του κάθε μέρους απέναντί της, έτσι ώστε να μπορέσει να βοηθήσει τα μέρη να προτείνουν και να επιλέξουν δημιουργικές λύσεις.

Όμως για να είναι πραγματικά αποτελεσματική η παρουσία του διαμεσολαβητή, απαραίτητη και δεοντολογικά επιβεβλημένη είναι η τήρηση μιας ουδέτερης και αμερόληπτης στάσης απέναντι στα μέρη, τα οποία ο διαμεσολαβητής αντιμετωπίζει εντελώς ισότιμα.

Επίσης σημαντική για την καλή διεξαγωγή της διαδικασίας είναι η συμφωνία του διαμεσολαβητή με τα μέρη και τους δικηγόρους τους, για τους όρους με τους οποίους θα διεξαχθεί αυτή, καθώς και η μέριμνα του διαμεσολαβητή για την τήρηση αυτής της συμφωνίας κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης.  Έτσι ο διαμεσολαβητής φροντίζει ώστε τα μέρη και οι δικηγόροι τους να έχουν ίσο χρόνο για να εκθέσουν τα θέματα της διαφοράς τους που θεωρούν σημαντικά, είτε στις κοινές είτε στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις και ποτέ δεν προσπαθεί να επιβάλει καμία πρόταση για την επίλυση της διαφοράς, απ’  όποιο από τα μέρη κι αν προέρχεται και όσο συμφέρουσα ή δίκαιη να φαίνεται στον ίδιο.