Οι αστικές και εμπορικές διαφορές αποτελούν υποθέσεις που μπορούν να επιλυθούν είτε με την προσφυγή στο δικαστήριο, ή με την εξωδικαστική διαδικασία της διαμεσολάβησης. Η διαμεσολάβηση αποτελεί διαδικασία δοκιμασμένη και αναγνωρισμένη διεθνώς, γιατί είναι πιο γρήγορη, πιο οικονομική, συναινετική και μπορεί να καταλήξει σε οριστική επίλυση των αστικών και εμπορικών διαφορών. Η διαμεσολάβηση διεξάγεται εκτός δικαστηρίου, σε ένα φιλικό και ειδικά διαμορφωμένο περιβάλλον, σε μια ή περισσότερες ημέρες, αντί του προβλεπομένου χρόνου στο δικαστήριο που υπερβαίνει το ένα έτος, χωρίς την επιβάρυνση των μερών με δικαστικά έξοδα, όπως η καταβολή δικαστικού ενσήμου και συμβάλλει στην από κοινού εξεύρεση λύσεων οι οποίες μπορούν να αποτυπωθούν σε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία.
Με σκοπό την πληροφόρηση του κοινού έγκαιρα, ο νέος νόμος 4640/2019 προβλέπει, από την 15.03.2020, την υποχρεωτική συμμετοχή των μερών σε μια αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης (ΥΑΣ), για τις διαφορές της τακτικής διαδικασίας, αστικές ή εμπορικές, οι οποίες υπάγονται στην υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου και το αντικείμενό τους είναι ανώτερο του ποσού των 30.000 ευρώ.
Ενδεικτικά, οι υποθέσεις που υπάγονται σε ΥΑΣ είναι οι αγωγές κληρονομικού δικαίου, οι αγωγές εμπραγμάτου δικαίου, οι εμπορικές υποθέσεις από την εκτέλεση συμβάσεων, οι εταιρικές αγωγές, οι διαφορές πνευματικής ιδιοκτησίας, οι αγωγές από την προσβολή εμπορικής επωνυμίας, εμπορικών σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων, οι αγωγές για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από την προσβολή της προσωπικότητας, οι αγωγές αποζημίωσης για σωματική βλάβη, όπως από ιατρική αμέλεια κ.λ.π. Για τις υποθέσεις αυτές εισάγεται ένα προβλέψιμο νομικό πλαίσιο εξωδικαστικής επίλυσης τους με διαμεσολάβηση, που ενισχύει τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις και την επιχειρηματικότητα.
Με τον τρόπο αυτό τα μέρη, πριν την έναρξη της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου ή ακόμη και πριν την κατάθεση των προτάσεων της ήδη ασκηθείσας αγωγής, έχουν τη δυνατότητα να ενημερωθούν ολοκληρωμένα και υπεύθυνα από τον/την διαμεσολαβητή/τρια για την διαδικασία της διαμεσολάβησης, τις αρχές της (ουδετερότητα, εμπιστευτικότητα), ώστε να κατανοήσουν τα ανωτέρω ωφέλη που μπορεί η διαμεσολάβηση να έχει στην επίλυση της προσωπικής τους υπόθεσης.
Τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν τα μέρη, ή και μόνο το επισπεύδον μέρος με το δικηγόρο του, είναι απλά να επιλέξουν ένα διαμεσολαβητή και απλά να του απευθύνουν με ηλεκτρονικό μήνυμα αίτημα για προσφυγή σε υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης. Ο διαμεσολαβητής, αφού γνωστοποιήσει το αίτημα στην άλλη πλευρά, θα ορίσει την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της συνεδρίας με γνωστοποίηση στα μέρη τουλάχιστον πέντε ημέρες πριν την ημερομηνία διεξαγωγής της. Η αρχική υποχρεωτική συνεδρία διαμεσολάβησης γίνεται με την αυτοπρόσωπη παρουσία των μερών, των νομικών τους παραστατών και παρέχεται η ευκαιρία εμπέδωσης κλίματος εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του/της διαμεσολαβητή/τριας προκειμένου να αναλάβει την επίλυση της διαφοράς τους με τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης. Γι αυτό και προβλέπονται συνέπειες για το μέρος εκείνο που δεν προσέρχεται αδικαιολόγητα σε αυτή την συνεδρία.
Η διαμεσολάβηση ως διαδικασία παραμένει πάντοτε οικειοθελής και μετά το πέρας της αρχικής συνεδρίας. Τα μέρη μπορούν να επιλέξουν να συνεχίσουν τη διαδικασία της διαμεσολάβησης και να υπογράψουν συμφωνητικό υπαγωγής της διαφοράς τους σε διαμεσολάβηση ,το οποίο σηματοδοτεί την έναρξη της διαδικασίας, ή να αποχωρήσουν απο τη συνεδρία υπογράφοντας το πρακτικό περάτωσης υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, το οποίο προσκομίζεται με τις προτάσεις ενώπιον του δικαστηρίου για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής.
Η κοινά αποδεκτή συμφωνία, στην οποία μπορεί να καταλήξει η διαμεσολάβηση, περιλαμβάνεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο, με την κατάθεση του στη γραμματεία του αρμοδίου δικαστηρίου για επικύρωση, αποτελεί τίτλο εκτελεστό με ισχύ ισοδύναμη με δικαστική απόφαση.